Μάθημα : ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΑΤΡΙΚΗ
Κωδικός : MED2135
500800 - Α. Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Παθολογικής Ανατομικής - Κ. Καλαχάνης, Δρ Φιλοσοφίας - Μ. Γιάνναρη, M.Ed. - Δρ Ε. Μανού, Κοινωνιολόγος-Εκπαιδευτικός
Για μια στιγμή φωτός…
Με αφορμή τις «Λευκές Νύχτες» του Φ. Ντοστογιέφσκυ
Μου είπε να το διαβάσω σε μια νύχτα «είναι μικρό», «σύντομο», όπως το θέμα που αγγίζει. Δεν κρατάει πολύ, μόνο τόσο ώστε να σου καταφέρει ένα μόνιμο σημάδι. Το διάβασα λοιπόν- πώς θα μπορούσα να του χαλάσω εγώ χατίρι; Η ιστορία αρχίζει- και σαν το όνομα του συγγραφέα, σαν η αισθητή μελαγχολία της γραφής να σε προϊδεάζει πως το τέλος δεν θα είναι είναι χαρμόσυνο… Εδώ σφάλλεις. Τι πιο χαρμόσυνο από μια στιγμή απόλυτης ευτυχίας; Μια στιγμή… Αυτό βλέπεις είναι το ζήτημα. Ο έρωτας που σαν σπίθα έρχεται να φωτίσει τη στιγμή, γίνεται γρήγορα ανάμνηση. Και ίσως ναι. Ίσως να είναι αυτή η προσωρινότητα που ερεθίζει το πνεύμα, εγείρει τις αισθήσεις. Αυτή η συνειδητοποίηση πως η ζωή τελειώνει γρήγορα και ο έρωτας ακόμη γρηγορότερα. Είναι εκείνη η βιασύνη ίσως που ενώνει τις ψυχές, τις σπρώχνει να τρέξουν, να υπερβούν τα λογικά εμπόδια, να ζήσουν στο απόλυτο ξεχνώντας για λίγο την εγγύτητα του θανάτου. Ποιον τον ενδιαφέρει ο θάνατος όταν τρέχει πιο μπροστά και από την ίδια τη ζωή; Και κάποια στιγμή επανέρχεται η έννοια της προσωρινότητας, ο έρωτας τελειώνει, οι ονειροπόλοι πέφτουν και γκρεμίζονται… Δεν χάνονται όμως. Τους κρατάει στη μνήμη μια εικόνα, ένα βιβλίο, μια κουβέντα, ένα βλέμμα που καρφώνεται στο νου. Είναι εκείνο το μόνιμο σημάδι. Αν βέβαια αρκεστείς στη σκέψη ότι ο έρωτας είναι προσωρινός, ότι αυτή η απόλυτη ευτυχία διαρκεί μονάχα μια στιγμή, τότε πόσο θα μελαγχολούσες, αθεράπευτα ρομαντικέ εαυτέ; Θα σου πω λοιπόν ότι για μερικούς ερωτευμένους, εκείνους τους ευνοημένους, έρχεται η αγάπη και αρπάζει τα ηνία. Αυτή δεν είναι προσωρινή, αυτή μένει, απλά κουβαλάει μαζί της τη συγκατάβαση, την υποχώρηση, την ποδοπάτηση του εγωισμού, για αυτό και οι άνθρωποι δεν την πολυσυζητούν.
Ας επιστρέψουμε όμως στο βιβλίο, γιατί οι σκέψεις με καθυστερούν και έχει ήδη πάει αργά. Τα μάτια έχουν αρχίσει να κλείνουν. Σαν εκεί που αισθάνεσαι ότι ο έρωτας λήγει και δεν ξέρεις αν πρέπει να παραδοθείς στο πνεύμα που ζητάει ξεκούραση ή να ακούσεις την καρδιά που συνεχίζει να χτυπάει. Ο ήρωας του βιβλίου, χαμένος στη μοναξιά του, μάλλον ψάχνει να βρει έναν εαυτό, μια μορφή για να αγαπήσει. Ή παραιτείται και δοκιμάζει το πιο εθιστικό δηλητήριο της ψυχής, την αυτολύπηση. Μα πως αλλιώς θα δικαιολογήσει την ήττα του, την ανικανότητα του να φέρει εις πέρας το χρέος του προς την καρδιά; Θα πει πως δεν το αξίζει. Πως η αθλιότητα του δεν του επέτρεψε να ερωτευτεί, να ζήσει. Καλλιεργεί έτσι ένα αίσθημα συμπόνιας, εκείνο που αδυνατεί να δεχτεί από κάποιον άλλο. Αυτή η αποστροφή προς τον εαυτό τού δημιουργεί τελικά και ένα πρώτο είδος αγάπης. Αισθάνεται την ανάγκη να προστατεύσει την ψυχή που ο ίδιος έχει πληγώσει.
Ο έρωτας έρχεται και τα ανατρέπει όλα, μετατρέπει αυτή τη συμπόνια προς τον εαυτό σε ενδιαφέρον για ένα άλλο πλάσμα, σκάβει τρύπες στην καρδιά για να κρύψει εκεί όλη την αυτολύπηση, όλο τον πόνο, όλο τα ψεγάδια που θα πρόδιδαν την ανθρώπινή του φύση. Ο άνθρωπος γίνεται ιδέα που ταξιδεύει ώσπου να βρει τον σκεπτόμενο νου και να λάβει υπόσταση. Αυτό είναι το πρόβλημα με τις ιδέες όμως… (Πρόβλημα;- αυτό φοβάμαι να το κρίνω) ότι έρχονται φευγαλέα και εύκολα ξεχνιούνται. Και αν γίνουν μνήμες; Τότε σαφώς αποκτούν δική τους θέση στο πνεύμα, χώρο αρκετό για να μονάσουν. Και πάλι όμως, πόσες μνήμες πέφτουν τελικά στη λήθη; Η ιδέα, η στιγμή εκείνη της απόλυτης ευτυχίας άραγε είναι δυνατόν ποτέ να σβηστεί από την αιωνιότητα;
Τα γράμματα αρχίζουν να θολώνουν, η ώρα έχει περάσει, μα το «σύντομο» βιβλίο τώρα βρίσκεται στην κορύφωση του. Ο ήρωας φθάνει να αγγίζει την πληρότητα και έρχεται μια ερώτηση για να ξυπνήσει το πνεύμα που ετοιμάζεται να παραδοθεί στα όνειρα. Αρκεί άραγε μια στιγμή απόλυτης ευτυχίας για να φωτίσει μια ολόκληρη ζωή; Σαφώς θα έλεγε κανείς, μια ζωή σκοτεινή φωτίζεται ακόμη και από μία στιγμή. Αρκεί μια λαμπάδα να φωτίσει ένα σκοτεινό δωμάτιο; Μάλλον το φως της θα ξεχωρίζει, αλλά θα είναι αρκετό για να το καταστήσει φωτεινό; Και έπειτα, σε μια ζωή ήδη φωτισμένη τι διαφορά θα κάνει ένα ακόμη φως; Ποια η σημασία μιας λαμπάδας απέναντι στον ήλιο; Άρα είναι προϋπόθεση ο πόνος για να εκτιμήσει κανείς την αξία του έρωτα ή μήπως ο έρωτας τελικά θα πρέπει να φωτίζει τη ζωή πιο πολύ και από τον ήλιο για να αποκτήσει αξία;
Και έπειτα, το τέλος πλησιάζει, το ερώτημα παραμένει, με ταλανίζει. Μα γιατί να πρέπει τα όμορφα πράγματα να διαρκούν λίγο; Γιατί τα όνειρα να σβήνουν; Γιατί ο έρωτας να διαρκεί μια στιγμή; Είναι άραγε η στιγμή αυτή αρκετή; Και αν δεν είναι, πόσες τέτοιες στιγμές χρειάζεται ο άνθρωπος για να ευτυχήσει; Συγκεντρώνομαι για να ρουφήξω αχόρταγα τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου. Ψάχνω όλες τις απαντήσεις που φοβάμαι ότι δεν πρόκειται να βρω. Και εκεί, κάτω από ένα σημείωμα- στοιχείο από εκείνα που ο εγκληματίας φροντίζει πρώτα να ξεφορτωθεί- το βλέπω. Ήταν όλα μια ιδέα. Το πρόβλημα έγκειται ήδη στα θεμέλια. Ο έρωτας γκρεμίζεται- γιατί ποτέ δεν χτίστηκε. Τα θεμέλια ήταν όνειρα, σχέδια που ζωγράφιζαν ένα ιδανικό. Μα αυτό είναι ο έρωτας: όλα τα εξιδανικεύει. Και τελικά οι άνθρωποι είμαστε καταδικασμένοι να ερωτευόμαστε ιδέες; Η αγαπημένη μορφή δεν υπήρξε. Την γέννησε η φαντασία, η ανάγκη του ανθρώπου να αισθανθεί, να δώσει λίγο από το απόθεμα της αγάπης του. Τελικά σαν λίγο μόνο νόημα να έχει ο παραλήπτης. Αυτόν μπορεί να τον δημιουργήσει ο ίδιος ο πομπός. Μια εικόνα, ένα δημιούργημα του ονείρου ικανό για να σε πείσει ότι αξίζει την αγάπη σου. Μα τελικά για έρωτα μιλάμε ή για αυθυποβολή. Βλέπεις, αθεράπευτα ρομαντικέ εαυτέ, όταν δεν βρίσκεις άξιο δεκτή της αγάπης σου, στρέφεσαι πάλι στον εαυτό σου και θυμάσαι πως η μοναξιά σου σε φοβίζει (το ξέρω και ας μην το παραδέχεται ο εγωισμός σου). Οπότε αποφασίζεις να ερωτευτείς. Μια απόφαση είναι, κι έπειτα αρχίζεις να χτίζεις τη δική σου χώρα του ιδεατού. Και αν σε αυτή σου τη προσπάθεια χάσεις το αληθινό που διασχίζει την πραγματικότητα σου; Και να πώς εξαφανίζονται οι ρομαντικές ψυχές, μπερδεύονται, απογοητεύονται, παραιτούνται ή εξουθενώνονται.
Αναφέρθηκα σε ένα σημείωμα: ένα στοιχείο που ο εγκληματίας θέλει να κρύψει. Εγκληματίας. Βαριά λέξη. Σαφώς, εκείνος που κλέβει βλέμματα, χαμόγελα, όμορφα λόγια, που εισβάλλει σε νου και σε καρδιά, εκείνος που τελικά εξαπατά τον ίδιο του τον εαυτό, δεν μπορεί παρά να είναι εγκληματίας που θέλει να εξαφανίσει κάθε απόδειξη πως έγινε έρμαιο του αισθήματος του και παραδόθηκε στο ψέμα του. Κι όμως, το ξέρω, αν δεν ήταν εκείνο το σημείωμα ίσως και να είχα ταυτιστεί, ίσως να είχα κλάψει συμπονώντας τον πρωταγωνιστή, που τώρα βλέπει την ιδέα που ερωτεύτηκε να εξαφανίζεται. Μα και τώρα που το σημείωμα δεν υπάρχει, και τώρα που το βιβλίο τελείωσε, και πάλι δεν μπορώ να κοιμηθώ. Τελείωσε.
Αυτό ήταν; Και τώρα; Τώρα θα χτίσουμε άλλη ιδέα; Τι κι αν θελήσω την επόμενη φορά να ερωτευτώ έναν άνθρωπο; Έτσι για αλλαγή; Ένα πλάσμα αληθινό, ημιτελές, μια προσωπικότητα με ψεγάδια και λάθη και όχι μια μορφή κομμένη και ραμμένη στα δικά μου μέτρα; Τότε το πράγμα δυσκολεύει. Οι γέφυρες που χωρίζουν και ενώνουν τους ανθρώπους είναι στενές και μακριές. Θέλει κόπο για να φθάσεις την ψυχή του άλλου και στη διαδρομή δεν χωράει αποσκευή ο εγωισμός σου. Η γέφυρα όμως δεν είναι ιδεατή, δεν θα την πάρει ο άνεμος της πραγματικότητας και θα την εξαφανίσει. Μα πόσο αισιόδοξο; Ο έρωτας δεν είναι προσωρινός. Η διάρκεια του θα εξαρτηθεί από το σημείο όπου θα επιλέξουμε να τον θεμελιώσουμε. Και τελικά όλα περνούν από το χέρι μας; Όλα όσα χωρούν στην παλάμη μας.
Κι όμως, πόσο ανακουφιστικό για τον εαυτό που μένει ξύπνιος και προβληματισμένος κρατώντας το βιβλίο στα χέρια του και περιμένοντας στις απαντήσεις να τον βρουν. Αυτό είναι! Το βρήκες! Ικανή και αναγκαία συνθήκη της μονιμότητας του έρωτα -μονιμότητα όσο γίνεται μέσα στην πρόσκαιρη πραγματικότητα- η σύνδεση όχι απλώς με ένα ιδανικό, αλλά με το πρόσωπο που το νοηματοδοτεί. Πανέμορφο βιβλίο. Τον ευχαριστώ πολύ αυτόν που μου το πρότεινε. Ποιον; Εκείνον τον κατοπτρισμό του δικού μου ιδεατού. Μα πόσο λίγο κράτησε; Τόσο ώστε να μου θυμίσει ότι δεν αρκεί μια στιγμή απόλυτης ευτυχίας για να φωτίσει μια ολόκληρη ζωή, αλλά χαρίζει τόσο φως ώστε να μπορεί τελικά κανείς να διακρίνει το αληθινό από το όνειρο...
Κατερίνα Κοντεκάκη
Σχόλια (0)